Ἀποσπάσματα ἀπὸ τοὺς λόγους τοῦ π. Ἠλία Μάκου τὶς ἡμέρες τῶν χειροτονιῶν του εἰς διάκονον καὶ εἰς πρεσβύτερον


Ἀποσπάσματα ἀπὸ τοὺς λόγους τοῦ π. Ἠλία Μάκου τὶς ἡμέρες τῶν χειροτονιῶν του εἰς διάκονον καὶ εἰς πρεσβύτερον ποὺ ἀπηύθυνε στὸν Σεβασμ. Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγων. & Κονίτσης κ.Ἀνδρέα, μὲ ἀναφορὰ στὸν ἀοίδημο Μητροπολίτη Σεβαστιανό

(Ἱ. Ν. Ἁγ. Κων/νου καὶ Ἑλένης 1.12.2013 & Ἱ. Ν. Ἁγ. Νικολάου Κονίτσης 6.12.2013)

     «Κύριε, ὅταν θέλεις, ὅσο θέλεις, ὅπως θέλεις, χρησιμοποίησέ με. Κύριε γενηθήτω τὸ θέλημά Σου.

     Σεβασμιώτατε, ποιὸς νὰ τὸ ἔλεγε; Ποιὸς νὰ τὸ φανταζόταν ὅτι θὰ ἔφθανα στὴν σημερινὴ ἡμέρα ὅταν ἔφηβος πρωτοήλθα στὴν Κόνιτσα καὶ μαγεύτηκα ἀπὸ τὴν ἀκαταμάχητη καὶ φλογερὴ προσωπικότητα τοῦ ἀλησμόνητου Σεβαστιανοῦ ποὺ μὲ σημάδευσε μὲ σημάδια ἀρχῶν καὶ ἀξιῶν. Καὶ ὄχι μόνον ἐμένα, ἀλλὰ καὶ ἑκατοντάδες, μᾶλλον χιλιάδες ἄλλους. Αὐτὰ τὰ σημάδια τὰ θεωρῶ, τὰ θεωροῦμε, πολύτιμη καὶ βαρειὰ κληρονομιά. Ὁσμίστηκα στὸ ὀρθόδοξο φρόνημα καὶ στὸ πατριωτικὸ λόγο τοῦ Σεβαστιανοῦ τὴν ὁσμὴ τοῦ Θεοῦ. Τὸν εὐγνωμονῶ τὸν Σεβαστιανό, τὸν εὐγνωμονοῦμε ὅλοι μας τὸν Σεβαστιανό γιὰ ὅτι μοῦ πρόσφερε, γιὰ ὅτι μᾶς πρόσφερε. Γιὰ ὅτι ἐξακολουθεῖ νὰ μοῦ προσφέρει. Δέθηκα μὲ τὴν πνευματικὴ ἀτμόσφαιρα τῆς Κόνιτσας τοῦ Σεβαστιανοῦ. Καὶ τὸ δέσιμο δὲν ἔσπασε, ἀλλὰ παρέμεινε πολὺ πιὸ ἰσχυρό, γνήσιο καὶ αὐθόρμητο καὶ μὲ Ἐσᾶς, τὸν ἄξιο διάδοχό του ποὺ ἐκεῖνος σᾶς ἐπέλεξε συνεχιστὴ τῆς δυναμικῆς παράδοσης καὶ τοῦ ἀπαράμιλλου ἑλληνορθόδοξου ἤθους ποὺ δημιούργησε. Ἔχετε τὴν βαρειὰ κληρονομιὰ τοῦ προκατόχου σας καὶ τὶς βαρύτατες ὑποχρεώσεις τῶν καιρῶν μας...»

     «...Ποιός, ἀλήθεια, Σεβασμιώτατε, θὰ πρέπει νὰ εἶναι ὁ προσανατολισμὸς τοῦ ἱερατικοῦ μου βίου; Τὸν καθορίζει μὲ σαφήνεια ὁ ἀλησμόνητος Σεβαστιανὸς στὸ βιβλίο του «Πιστεύω». Ἀναφέρει ὁ σπουδαῖος αὐτὸς κήρυκας, ἡ σπουδαία αὐτὴ μορφὴ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοῦ Ἑλληνισμοῦ:

     «Ἡ αἰώνια ζωὴ εἶναι ὁ σκοπός μας. Καὶ ποιοὶ θὰ τὴν κληρονομήσουν; Ὅσοι ἔζησαν κατὰ Θεὸν καὶ ἀγωνίστηκαν κατὰ τῆς ἁμαρτίας. Μακάριοι αὐτοὶ ποὺ θ’ ἀκούσουν τὸ «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι» καὶ ταλαίπωροι ὅσοι θ’ ἀκούσουν τὸ «Πορεύεσθε ἀπ’ ἐμοῦ». Καὶ καταλήγει ὁ Σεβαστιανός. «Ποῦ θὰ εἴμαστε ἐμεῖς, ἀδελφοί μου; Τὰ σκεπτόμαστε αὐτά; Στὴν κόλαση ἤ στὸν παράδεισο; Μακάρι νὰ ἀναλάβουμε ἀγῶνα κατὰ τοῦ κακοῦ. Μακάρι τὰ δελεάσματα τῆς ἁμαρτίας νὰ μὴ μᾶς ξεγελοῦν. Μακάρι νὰ τρέξουμε καὶ νὰ ἀξιωθοῦμε τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν».

     Τὸ παράδειγμα τοῦ Σεβαστιανοῦ ἔχω μπροστὰ μου τώρα, παράδειγμα ποὺ μέσα στὸ σκοτάδι τὸν ἀνέδειξε σὲ σημάδι τοῦ Θεοῦ. Τὶ ἦταν τὸ παράδειγμά του; Κάθε ὥρα καὶ ἕνα βῆμα ψηλότερα. Κάθε μέρα καὶ ἕνα ἅλμα πρὸς τὰ πάνω. Γι’ αὐτὸ ἔγραψε ἱερὴ ἱστορία ὁ Σεβαστιανὸς ποὺ σὲ λίγες ἡμέρες συμπληρώνονται 19 χρόνια ἀπὸ τὴν ἐκδημία του. Πότε πέρασαν κιόλας ἀφοῦ συνεχῶς ὅλοι μας τὸν νοιώθουμε δίπλα μας; Κοιτάζοντας τὴν κορυφή ἀψήφισε τὸν φόρτο, τὸν κίνδυνο, τὴν συκοφαντία, τὴν καταιγίδα. Καὶ ἀνέβαινε. Ἀνέβαινε ὅλο καὶ πιὸ ψηλά, ὥσπου ἔφτασε στὴν κορυφή....

     Θεέ μου κάνε ἀνάκτορο τοῦ θρόνου σου τὴν φτωχικὴ καλύβα τῆς ψυχῆς μου. Θεέ μου σήκωσέ με πάντα ψηλά. Πιὸ ψηλὰ καὶ ὅλο ψηλότερα πρὸς τὰ ὡραῖα καὶ μεγάλα. Θεέ μου ἔλα νὰ μὲ δροσίσεις καὶ νὰ ὀμορφήνεις τὸν μέσα μου κόσμο. Μὲ γονατιστὴ ψυχὴ δέομαι πρὸς Ἐσένα, Κύριε, νὰ πάρεις ἀπὸ πάνω μου καὶ νὰ πετάξεις τὸν χιτώνα τῆς ἁμαρτίας.

     Σεβασμιώτατε, πατέρες, ἀδελφοί. Προσευχηθεῖτε, σᾶς ἐκλιπαρῶ, ἡ ἱερατική μου πορεία, ποὺ θὰ βάλω τὰ δυνατά μου, νὰ εἶναι μιὰ πορεία ἀγρυπνίας καὶ ἀγωνίας νὰ ἀποδειχθεῖ ἕνα παράθυρο μὲ φῶς μέσα στὴν βαθειὰ νύκτα. Προσευχηθεῖτε, σᾶς ἐκλιπαρῶ, ἡ ἱεροσύνη μου νὰ εἶναι μιὰ ἱεροσύνη ἀνοικτῆς διακονίας, μιὰ ἱεροσύνη διεκδίκησης ποὺ θὰ βοηθήσει, ἔστω καὶ στὸ ἐλάχιστο, νὰ προκληθοῦν ρωγμὲς στὶς ταφόπλακες τῆς κοινωνίας γιὰ νὰ περάσει στὸ «σήμερα» τὸ φῶς τῶν «ἐσχάτων». Προσευχηθεῖτε, σᾶς ἐκλιπαρῶ, νὰ κάνω σωστὰ τὰ βήματα τῆς ἱερατικῆς μου ζωῆς, νὰ πορεύομαι πρὸς τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

     Σεβασμιώτατε, πατέρες καὶ ἀδελφοί. Προσευχηθεῖτε, σᾶς παρακαλῶ, γιὰ μένα».